Ποια είναι τα συμπτώματα της υπερπροπόνησης;

Ποια είναι τα συμπτώματα της υπερπροπόνησης; (Μέρος 2ο)

4 Ιουνίου 2008

Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει με τις περισσότερες ασθένειες, οι παθολόγοι δεν έχουν ακριβή κριτήρια για την υπερπροπόνηση (overtraining). Η διάγνωση βασίζεται σε τρία πράγματα: το ιστορικό του ασθενούς, τον αποκλεισμό άλλων ασθενειών, και τις εργαστηριακές αναλύσεις.

Το ιστορικό του ασθενή είναι μια προσεκτική καταγραφή των συμπτωμάτων. Οι αλλαγές στο προπονητικό πρόγραμμα έχουν μεγάλη σημασία. Η μείωση της απόδοσης, μαζί με ένα αυξημένο αίσθημα κούρασης (σύμφωνα με μια αξιολόγηση που είναι συγχρόνως και υποκειμενική και αντικειμενική), είναι το βασικό σύμπτωμα.

Mπορούμε να διαγνώσουμε το overtraining με ασφάλεια μόνο όταν η κλινική εξέταση αποκλείσει άλλες πιθανές αιτίες. Η αρρώστια του Addison, η αναιμία και άλλες διατροφικές ελλείψεις, το άσθμα, οι αλλεργίες, καρδιακές παθήσεις (όπως η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια), ο διαβήτης ή η δυσανεξία στην γλυκόζη, υπό- και υπερ-θυρεοειδισμός, μολύνσεις, μυϊκές ασθένειες και ψυχιατρικές διαταραχές μπορεί να μοιάζουν με overtraining.

Πρώτο βήμα

Αιμοσφαιρίνη, αιματοκρίτης, θρομβοκύτταρα, λευκοκύτταρα

Ερυθροκύτταρα

Γλυκόζη στο αίμα

Νάτριο, κάλιο, ασβέστιο

Αμινοτρανσφεράση αλανίνης, αλκαλική φωσφατάση

Θυροξίνη, θυροτροπίνη (thyroid-stimulating hormone)

Ηλεκτροκαρδιογράφημα, καρδιακός υπέρηχος

Κλινικός εργομετρικός έλεγχος-εργοσπιρομέτρηση

Δεύτερο βήμα

Διαφορική μέτρηση λευκοκυττάρων

Φερριτίνη

Τρανσφερίνη, λευκωματίνη

Κινάση κρεατίνης (creatine kinase, CPK)

Ανοσοσφαιρίνη (immunoglobin)

Ορθoστατικός έλεγχος και test αυτόνομου κεντρικού νευρικού συστήματος

Κορτιζόλη και (ελεύθερη) τεστοστερόνη

Τρίτο βήμα

Οιστρογόνα, θυλακοδιεγερτική και ωχρινοτρόπος ορμόνη (follicle stimulating and leutenising hormones , ή FSH-LH)

Αδρενοκορτικοτροπική ορμόνη (test διέγερσης) (ACTH)

Κατεχολαμίνες και μεταβολιστές κατεχολαμινών

Μαγνήσιο, ψευδάργυρος

Πρόσθετα test

PEF/FEV ή Μέγιστη εκπνευστική ροή/βεβιασμένος εκπνευστικός όγκος ενός δευτερολέπτου (Peak expiratory flow/one-second forced expiratory volume)
Πίνακας 2. Εργαστηριακά test για το overtraining

Οι εργαστηριακοί έλεγχοι (πίνακας 2) και τα ευρήματα (πίνακας 3) που δείχνουν μειωμένη απόδοση είναι χρήσιμοι. Οι ερευνητές έχουν προτείνει διάφορες εργαστηριακές παραμέτρους ως ενδείξεις overtraining: μείωση της τεστοστερόνης, αύξηση της συγκέντρωσης της κορτιζόλης, ή μείωση της αναλογίας τεστοστερόνη/κορτιζόλη, μείωση της νυχτερινής κατεχολαμίνης, αλλαγές στις συγκεντρώσεις κατεχολαμίνης στο αίμα κατά την ανάπαυση ή μετά την άσκηση, μείωση του μέγιστου γαλακτικού οξέος, μείωση της γλουταμινικής συγκέντρωσης στο πλάσμα, αύξηση του ουρικού οξέος και της συγκέντρωσης της κινάσης κρεατίνης (που δείχνει υπερφόρτωση των μυών), μείωση της αναλογίας του γαλακτικού οξέος προς κάποιο σύστημα αξιολόγησης του αισθήματος καταπόνησης, αλλαγές στον πρωινό καρδιακό ρυθμό, αλλαγές στην αρχικό σφυγμό αντίδρασης στην ορθοστατική πίεση.

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ


ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ OVERTRAINING

Υποκειμενική ψυχολογική αξιολόγηση

Αξιολόγηση υποκειμενικού αισθήματος κόπωσης


Αυξημένο, αν και υπάρχει επαρκής αποκατάσταση (ελαφριά προπόνηση από 1 μέρα έως 2 εβδομάδες)

Γενικό συναίσθημα


Μειωμένα θετικά και αυξημένα αρνητικά συναισθήματα

Αξιολόγηση μυϊκού κάματου


Αυξημένος

Υποκειμενική εντύπωση της εξάντλησης που γίνεται αισθητή κατά την διάρκεια σταθερής προσπάθειας


Αυξημένη

Ικανότητα απόδοσης

Καρδιακός ρυθμός σε υπομέγιστο προπονητικό φορτίο


Αυξημένος

Χρόνος κάλυψης μίας δεδομένης απόστασης σε υπομέγιστο καρδιακό ρυθμό


Αυξημένος

Χρόνος κάλυψης μίας δεδομένης απόστασης με μέγιστη προσπάθεια και HRmax


Αυξημένος, με μειωμένο HRmax

Χρόνος μέχρι την εξάντληση με σταθερή ταχύτητα


Μειωμένος

Ισχύς κατά την διάρκεια της μέγιστης προσπάθειας


Μειωμένη

Καρδιοαγγειακοί παράγοντες

Καρδιακός ρυθμός το πρωί σε κατάσταση ανάπαυσης


Αυξημένος ή μειωμένος – έξω από τα συνήθη όρια μεταβλητότητας

Καρδιακή αντίδραση στο ορθοστατικό ερέθισμα


Αυξημένη ή μειωμένη – έξω από τα συνήθη όρια μεταβλητότητας

Βάρος και διατροφή


Βλ. πίνακα 1

Εργαστηριακές παράμετροι

Μηχανική αποδοτικότητα κατά την διάρκεια υπομέγιστου φορτίου


Μειωμένη

Μέγιστη ικανότητα απόδοσης (Wmax, VO2max, χρόνος μέχρι την εξάντληση)


Σταθερή ή μειωμένη

Διατροφή και γενική κατάσταση υγείας


Βλ. πίνακα 2
Πίνακας 3. Μερικές παράμετροι που αποτελούν ενδείξεις overtraining

Υπάρχουν πολλές προτάσεις για εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την διάγνωση του overtraining. Τα ψυχολογικά συμπτώματα είναι από τους πιο ασφαλείς δείκτες, για προπονητικές περιόδους μικρής ή μεγάλης διάρκειας. Από την δεκαετία του 1920, οι ψυχολογικές αλλαγές θεωρούνται ο βασικός λόγος κακής απόδοσης στην κατάσταση overtraining. Η έλλειψη θετικών συναισθημάτων (πχ. της ευεξίας) και η συχνή παρουσία αρνητικών (π.χ. της έντασης, της κατάθλιψης, του θυμού, της κόπωσης, της σύγχυσης) συνήθως εμφανίζονται μετά από λίγες μέρες ενός έντονου προπονητικού προγράμματος. Η πιο ακριβής ένδειξη είναι αυξημένη αίσθηση κόπωσης, όπως την βαθμολογεί προσωπικά ο αθλητής. Μία αυξημένη εκτίμηση μετά από μόνο τρεις μέρες προπονητικής υπερφόρτωσης, είναι μέσα στα όρια των ενδείξεων του overtraining.



Η παρακολούθηση του overtraining

Συνήθως, οι αθλητές επισκέπτονται τους γιατρούς τους μετά από εβδομάδες συμπτωμάτων overtraining. Τότε, τα συμπτώματα μπορούν να αποδοθούν σε overtraining, έλλειψη προπόνησης (αποπροπόνηση, detraining), ή και τα δύο. Τυπικές ενδείξεις του overtraining, όπως αυτές που σχετίζονται με το αυτόνομο νευρικό σύστημα, δεν μπορούν να διαγνωσθούν μετά από ξεκούραση μίας βδομάδας. Συνεπώς, οι επιπτώσεις της προπόνησης πρέπει να καταγράφονται συνέχεια, μέσω υποκειμενικών και αντικειμενικών παρατηρήσεων. Πρέπει κανείς να αποκλείσει αρκετούς ακόμα παράγοντες, αν θέλει να εκτιμήσει σωστά τις παραμέτρους αυτές (πίνακας 4).

Συνθήκες που πρέπει να εξομοιωθούν για test overtraining

Χρόνος (ημέρα, έτος)

Περιβάλλον (υγρασία, θερμοκρασία, φως)

Χρήση ουσιών (καφεΐνη, καπνός, οινόπνευμα, άλλες ουσίες)

Διατροφή, γεύμα που έχει προηγηθεί

Φαρμακευτικές αγωγές

Γενική υγεία

Εμμηνορροϊκός κύκλος

Προπονητικό ιστορικό

Όγκος και ένταση προπόνησης τις προηγούμενες μέρες

Ποιότητα και διάρκεια ύπνου

'Αγχος (ψυχολογικό, κοινωνικο-οικονομικό)

Μεθοδολογία

Στάση του σώματος

Όμοια συλλογή, μεταφορά, αποθήκευση και ανάλυση δειγμάτων

'Αλλοι παράγοντες

Αλλαγές στην ποσότητα του αίματος

Αλλαγές βάρους
Πίνακας 4. Παράμετροι που πρέπει να είναι οι ίδιες όταν περισσότεροι αθλητές ελέγχονται για overtraining.

Το ιστορικό της προπόνησης και η καθιστική ζωή επηρεάζουν τις ορμονικές αλλαγές που φέρνει μία εβδομάδα έντονης προπόνησης. Μερικά πειράματα έχουν γίνει σε ανθρώπους με καθιστικό τρόπο ζωής, αλλά τα αποτελέσματά τους δεν είναι συγκρίσιμα με αυτά των πειραμάτων σε αθλητές.

Οι αλλαγές στην ποσότητα του πλάσματος συνήθως δεν λαμβάνονται υπόψη σε μελέτες των επιδράσεων της προπόνησης πάνω στα χαρακτηριστικά του αίματος. Ωστόσο, οι αλλαγές αυτές είναι σημαντικές κατά την διάρκεια της προπόνησης. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι αλλαγές στον καρδιακό σφυγμό, την αιμοσφαιρίνη, και τον αιματοκρίτη ανιχνεύονται μόνο μέσα σε ένα πολύ σύντομο διάστημα. Επίσης, μερικές ορμονικές αλλαγές που προκαλεί κάποια προπόνηση, και ίσως ένα μακρύτερο προπονητικό πρόγραμμα, εξηγούνται από τις αλλαγές στην ποσότητα του πλάσματος.

Όσον αφορά μερικούς αιματικούς δείκτες, όπως οι κατεχολαμίνες, ο οξύς πόνος της ενδοφλέβιας ένεσης αυξάνει τις τιμές που δίνει το πλάσμα ή ο ορρός. Μετά την διάτρηση, συνιστάται μία ανάπαυση 30 λεπτών πριν ληφθεί το δείγμα. Νωρίτερα, οι τιμές αντανακλούν κάποιο βαθμό ψυχολογικής πίεσης και σωματικού πόνου.

Δεν υπάρχουν μελέτες του overtraining που να λαμβάνουν υπόψη όλα αυτά τα στοιχεία. Οι διάφορες συστάσεις που δίνονται στο άρθρο αυτό βασίζονται σε όσα ξέρουμε. Οι δείκτες που θα αναφέρουμε αποτελούν ενδείξεις της μετάβασης από ένα στάδιο προσαρμογής σε ένα στάδιο δυσπροσαρμοστικότητας. Στην περίπτωση αυτή, οι προπονητές και οι αθλητές πρέπει να περιορίσουν την προπόνηση και όλους τους παράγοντες που συμβάλλουν στο άγχος.

Σωματικές ενδείξεις του overtraining

Οι τυπικοί σωματικοί δείκτες της προπόνησης είναι οι αλλαγές στην απόδοση (π.χ. ο χρόνος μέχρι την εξάντληση, η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου, το μέγιστο γαλακτικό οξύ, ο μέγιστος καρδιακός ρυθμός), καθώς και διάφοροι σωματικοί δείκτες κατά την διάρκεια υπομέγιστης άσκησης (γαλακτικό οξύ στο αίμα, κατανάλωση οξυγόνου, καρδιακός ρυθμός). Ποια από τις παραμέτρους αυτές δείχνει αδυναμία προσαρμογής πρώτη; Υπό κανονικές συνθήκες, η αποδοτική μακροπρόθεσμη προπόνηση βελτιώνει όλες τις μέγιστες και υπομέγιστες παραμέτρους. Ωστόσο, οι εξαιρετικά προπονημένοι αθλητές χρειάζονται ένα πρόγραμμα σχεδιασμένο με προσοχή για να σημειώσουν κάποια βελτίωση.

Σε μία μελέτη του Billat και των συνεργατών του, άνδρες αθλητές αντοχής έδειξαν κάποια βελτίωση της μέγιστης δυνατότητας απόδοσης (οικονομίας, ταχύτητας) κατά την διάρκεια ενός προγράμματος 4 βδομάδων. Η υπερφόρτωση δεν μείωσε αμέσως την απόδοση, και 4 βδομάδες πρόσθετης υπερφόρτωσης δεν άλλαξαν καμία από τις μέγιστες σωματικές παραμέτρους. Μόνο ο υπομέγιστος καρδιακός ρυθμός, ο οποίος είχε ήδη μειωθεί κατά την κανονική διάρκεια της προπόνησης, μειώθηκε ακόμα περισσότερο. Αυτό οφείλεται στην αύξηση της ποσότητας του αίματος και σε αλλαγές στον καρδιακό ρυθμό, καθώς και σε αλλαγές στο αυτόνομο κεντρικό νευρικό σύστημα. 'Αλλοι ερευνητές έχουν αναφέρει επίσης ότι η βραχυπρόθεσμη υπερφόρτωση δεν επηρεάζει την δυνατότητα απόδοσης, αλλά σε κάθε περίπτωση μειώνει τον υπομέγιστο και τον μέγιστο καρδιακό ρυθμό.

Η πιο ευαίσθητη σωματική παράμετρος είναι οι αλλαγές στην σωματική αποδοτικότητα, την μηχανική και τον συντονισμό, σε συνδυασμό με αλλαγές στον καρδιακό ρυθμό κατά την υπομέγιστη και την μέγιστη άσκηση. Ο αυξημένος καρδιακός ρυθμός στην υπομέγιστη άσκηση είναι μία ασφαλής ένδειξη ανεπαρκούς αποκατάστασης σε ένα συνεχές προπονητικό πρόγραμμα (αν δεν υπάρχει αποπροπόνηση). Από την άλλη μεριά, τα αποτελέσματα της υπομέγιστης άσκησης μπορεί να είναι παραπλανητικά. Ο χαμηλωμένος καρδιακός ρυθμός στην υπομέγιστη άσκηση δεν αποκλείει το overtraining, και το χαμηλό γαλακτικό οξύ δείχνει τόσο αυξημένη δυνατότητα απόδοσης όσο και χαμηλή συγκέντρωση γλυκογόνου στους μυς. Επομένως, είναι απαραίτητες τόσο οι μετρήσεις της μέγιστης απόδοσης, όσο και τα υπομέγιστα test.

Ορμονικοί δείκτες του overtraining

Πολλές ορμονικές αλλαγές εμφανίζονται πρώτα-πρώτα κατά την διάρκεια της άσκησης, και όχι της ανάπαυσης. Επομένως, οι συγκεντρώσεις ορμονών κατά την άσκηση, εφόσον καταγράφονται στην επανεξέταση, είναι από τους πλέον ευαίσθητους δείκτες ενός επικείμενου overtraining. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι οι ορμονικές αλλαγές είναι δείκτες ειδικά του overtraining, αλλά αρκετές νευροενδοκρινολογικές αλλαγές είναι από την φύση τους προφανείς κατά την διάρκειά του. Οι ασφαλείς μετρήσεις ορμονών κατά την μέγιστη προσπάθεια χρειάζονται κατάλληλες εργαστηριακές συνθήκες, που δεν είναι πάντα δυνατές. Για να είναι τα αποτελέσματα συγκρίσιμα, πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι ίδιες μέθοδοι συλλογής, μεταφοράς, και αποθήκευσης, και τα ίδια πρωτόκολλα ανάλυσης.

A. Τεστοστερόνη ορρού

Η συγκέντρωση της τεστοστερόνης στον ορρό αντανακλά την ένταση και τον όγκο της προπόνησης, αλλά όχι ειδικά το overtraining. H συγκέντρωση της τεστοστερόνης μειώνεται μετά από προπόνηση αντοχής: ωστόσο, η μειωμένη τεστοστερόνη δεν προέρχεται από μεταβολές στα γεννητικά όργανα, αλλά από λειτουργικές αλλαγές στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-όρχεων. Το overtraining που προέρχεται από προπόνηση αντίστασης δεν έχει μελετηθεί πολύ καλά, αλλά η συγκέντρωση τεστοστερόνης φαίνεται ότι αυξάνεται με την βαριά προπόνηση και την υπερπροσπάθεια στους αθλητές αντίστασης.

B. Κορτιζόλη

Κανονικά, η συγκέντρωση της κορτιζόλης, που είναι μία ορμόνη που συνδέεται με το stress, θα έπρεπε να αυξάνει με το overtraining. Ωστόσο, τα ευρήματα είναι ασαφή, καθώς εκφράζουν διαφορετικούς βαθμούς ή τύπους overtraining και ατομικές διαφορές στους τρόπους αντίδρασης των αθλητών. Τα επίπεδα της κορτιζόλης μειώνονται σε περίπτωση δυσλειτουργίας του υποθαλάμου. Η μέγιστη αύξηση της κορτιζόλης από την προπόνηση έχει αναφερθεί ότι μειώνεται με την αύξηση του προπονητικού φορτίου και σε κατάσταση overtraining. Τα test σάλιου προτιμούνται από test του ορρού για τις μετρήσεις κορτιζόλης.

Γ. Συγκέντρωση κατεχολαμίνης

Τα ευρήματα που αφορούν αλλαγές στα επίπεδα κατεχολαμίνης κατά το overtraining είναι ασαφή. Η αύξηση στην συγκέντρωση νορεπινεφρίνης στο πλάσμα σε κατάσταση ανάπαυσης μοιάζει να αντανακλά την αύξηση του προπονητικού φορτίου, και δεν ξεχωρίζει τις καταστάσεις overtraining. Η έντονη προπόνηση αντοχής, εντούτοις, φαίνεται ότι μειώνει την συγκέντρωση κατεχολαμίνης που προκαλεί η προπόνηση. Η συμπεριφορά των ορμονών που συνδέονται με το stress (μέγιστη μείωση κορτιζόλης και αύξηση κατεχολαμίνης) είναι παρόμοια στην υπερπροσπάθεια αθλητών τόσο της αντίστασης όσο και της αντοχής.

Δ. Η γλουταμίνη στο πλάσμα αίματος

Ο Rowbottom και οι συνεργάτες του έχουν προτείνει την αύξηση του επίπεδου γλουταμίνης στο πλάσμα ως ένδειξη ενός ζυγισμένου μακροχρόνιου προπονητικού προγράμματος. Επομένως, η μείωση της συγκέντρωσης της γλουταμίνης είναι ένδειξη overtraining. H γλουταμίνη απαιτείται για την καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Σε κατάσταση overtraining, η μειωμένη γλουταμίνη στους μυς, η μειωμένη εκκριτική συγκέντρωση ανοσοσφαιρίνης (IgA), και οι αλλαγές στην ποσότητα, την ποιότητα και την λειτουργία των λευκοκυττάρων αποτελούν αιτίες ανοσοκαταστολής και επιρρέπειας σε μολύνσεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος. Ωστόσο, άλλοι ερευνητές θεωρούν ότι στην κλινική πρακτική, οι ανοσοποιητικές αυτές παράμετροι δεν μπορούν να αποτελέσουν ενδείξεις overtraining.

Ε. Ουρικό οξύ και κινάση κρεατίνης (φωσφοκρεατινοκινάση ή CPK)

Υπάρχει κάποια συσχέτιση ανάμεσα στο ουρικό οξύ στο πλάσμα και το αναερόβιο κατώφλι. Από την άλλη μεριά, ο δείκτης της κινάσης κρεατίνης, μολονότι καταγράφει την προπονητική υπερφόρτωση, δεν είναι ασφαλής ένδειξη overtraining.

Καρδιακός ρυθμός

Οι μετρήσεις του καρδιακού ρυθμού δεν φαίνεται να καταγράφουν το overtraining. Ωστόσο, μία μειωμένη μεταβλητότητα στον καρδιακό ρυθμό σε όρθια στάση, μαζί με μία πολύ μειωμένη ή πολύ αυξημένη καρδιακή αντίδραση στην ξαφνική ορθοστασία (το λεγόμενο ορθοστατικό ερέθισμα, ή orthostatic challenge), φαίνεται ότι είναι και αποτελούν ενδείξεις επερχόμενου overtraining. Οι αλλαγές στον καρδιακό ρυθμό κατά το ορθοστατικό ερέθισμα είναι μία σημαντική παράμετρος για την παρακολούθηση του overtraining, και αποτελεί αξιοσημείωτο διαγνωστικό εργαλείο. Σε όλες τις αντιδράσεις άγχους, όπως και στο overtraining, η μειωμένη μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού κατά την ορθοστασία ή μετά από αυτήν είναι συνήθης. Από την άλλη μεριά, οι μετρήσεις αυτές δεν μπορούν να αναπαραχθούν εύκολα και πρέπει να γίνονται σε ελεγχόμενες συνθήκες: για αυτό και πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή. Όταν υπάρχει η δυνατότητα μέτρησης της βραχυπρόθεσμης μεταβλητότητας του καρδιακού ρυθμού κατά το ορθοστατικό ερέθισμα, η ευαισθησία του test για overtraining είναι βελτιωμένη.

Σε αντίθεση με όλα αυτά, η βαριά αλλά ανεκτή προπόνηση των αθλητών αντοχής αυξάνει την μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού κατά την ορθοστασία: αυτό είναι σύμφωνο με την χρήση του δείκτη αυτού για την διάγνωση του overtraining.

Arja L.T. Uusitalo, MD, PhD
Επιμέλεια: Ανδρέας Καλογερόπουλος
Μετάφραση: Γιώργος Χασιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου