Το χρονικό της Γενοκτονίας των Ποντίων. Τον Φεβρουάριο του
1994, το ελληνικό κοινοβούλιο ανακήρυξε τη 19η Μαΐου ως «Ημέρα Μνήμης
για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στον Μικρασιατικό Πόντο», ημέρα μάλιστα
που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα το 1919.
Το 1915 είναι το ορόσημο για τους Έλληνες του Πόντου: εφαρμόζεται εκτεταμένα το πλάνο εξόντωσης των Ποντίων, με τα ευρωπαϊκά κράτη απασχολημένα στις εχθροπραξίες του Α' Παγκοσμίου. Ταυτόχρονα σχεδόν, αρχίζει να συντελείται και η Γενοκτονία των Αρμενίων, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο για το ειδεχθές νεοτουρκικό πλάνο.
Την ώρα που συνεχίζονται οι εθνοκαθάρσεις, το 1916 χτυπιέται η Σαμψούντα, με τον ελληνικό πληθυσμό να υποφέρει φρικιαστικά δεινά. Μόνο η Τραπεζούντα γλιτώνει την καταστροφή γιατί είναι πλέον κάτω από ρωσικό ζυγό. Όταν μάλιστα ο ρωσικός στρατός εγκατέλειψε την πόλη το 1918, ο μισός τουλάχιστον ελληνικός πληθυσμός ακολούθησε τα στρατεύματα στην οπισθοχώρησή τους, εξαιτίας της τουρκικής απειλής που καραδοκούσε.
Με το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, ο ποντιακός ελληνισμός θεώρησε πως τα δεινά του είχαν πάρει τέλος, αφού θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην ελληνική επικράτεια. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε ωστόσο, καθώς δεν ήταν σε θέση να προστατεύσει τις απομακρυσμένες ποντιακές περιοχές από την τουρκική εισβολή, και οι Πόντιοι προχωρούν στο περίφημο Ποντοαρμενικό Κράτος, με την ήττα ωστόσο του αρμενικού στρατού στο Ερζερούμ από τον Μουσταφά Κεμάλ να αφήνει τον ποντιακό ελληνισμό στο έλεος των Νεότουρκων.
Το 1919 αρχίζει η δεύτερη φάση της γενοκτονίας, με νέους -ακόμα πιο σφοδρούς- διωγμούς από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο βίαιους και απάνθρωπους από τους προηγούμενους. Στις 19 Μαΐου 1919 έρχεται η καθοριστική στιγμή για την τύχη του ποντιακού ελληνισμού, με την απόβαση του Κεμάλ στη Σαμψούντα και κατόπιν την εισβολή στην Τραπεζούντα: οι μαζικές εκτελέσεις, ο ξεριζωμός και το κλίμα τρομοκρατίας αναγκάζουν τον πληθυσμό να εγκαταλείψει τις εστίες του. Όσοι επιβιώνουν, καταφεύγουν στα βουνά, με τις κακουχίες και τις στερήσεις σε βασικά αγαθά να μετατρέπουν την έξοδο σε πορεία θανάτου. Όσοι γλιτώνουν και από αυτή τη δοκιμασία, διαπιστώνουν ότι έχουν οδηγηθεί σε ενέδρα, με τις αγχόνες να είναι ήδη στημένες και να τους περιμένουν.
Παρόλα αυτά, η ποντιακή περηφάνια δεν έσκυψε το κεφάλι: οργανώνεται σε αντάρτικο στα βουνά, με τα μέλη της ποντιακής αντίστασης να φτάνουν στις 12.000 περίπου το 1921, σύμφωνα με τον έγκριτο ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο. Οι άτακτοι αυτοί μαχητές, σφυρηλατημένοι στις κακουχίες και την ανέχεια, θα επιφέρουν μια σειρά από δυνατά χτυπήματα στον οργανωμένο κεμαλικό στρατό και θα καταφέρουν να περισώσουν αμάχους από τα λυσσασμένα δόντια του διώκτη.
Παρά την αντίσταση των πατριωτών Ποντίων, μέχρι το καλοκαίρι του 1922 ο Κεμάλ, έχοντας εκκαθαρίσει τα δευτερεύοντα μέτωπα στη Μικρά Ασία (Μικρασιατική Καταστροφή), προχωρά σχεδόν ανενόχλητος στη σταδιακή εξόντωση του ποντιακού ελληνισμού. Πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά λεηλατήθηκαν και κάηκαν, οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν, ατιμάστηκαν και εξορίστηκαν, με όσους γλίτωσαν από το τουρκικό μένος να καταφεύγουν στα απομακρυσμένα βουνά για να σωθούν.
Το τέλος του ποντιακού ελληνισμού είχε έρθει. Το ζοφερό πλάνο των τούρκων εθνικιστών πέτυχε τον αποτρόπαιο σκοπό του: με τη γενοκτονία του πληθυσμού, τους εκτοπισμούς, τις λεηλασίες και τις πυρπολήσεις, κατάφεραν την πολυπόθητη αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών. Η βίαιη εξαφάνιση των Ελλήνων από τα προγονικά εδάφη πληρώθηκε με 353.000 ψυχές την περίοδο 1916-1923.
Ο Κεμάλ Ατατούρκ, στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση της 13ης Αυγούστου 1923, πληροφορεί περιχαρής την ομήγυρη: «Επιτέλους, ξεριζώσαμε τους Έλληνες από τον Πόντο» (αναφέρεται από τον συνταγματάρχη Μουζέν, που παρακολούθησε τις εργασίες της εθνοσυνέλευσης, σε επιστολή του προς το γαλλικό Γενικό Επιτελείο Στρατού)...
Ξεριζωμός
Η τελευταία πράξη του ποντιακού δράματος διαδραματίζεται τον Οκτώβριο του 1922: ο Ατατούρκ συμφωνεί να μεταφερθούν οι Έλληνες του Πόντου με τουρκικά καράβια στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί με ελληνικά πλοία στην ελληνική επικράτεια.
Οι Πόντιοι θα αναγκαστούν λοιπόν να αναζητήσουν νέες πατρίδες, με το κύριο σώμα του ελληνισμού του Ευξείνου να καταφεύγει στη μητέρα Ελλάδα, αλλά και μια μερίδα να εγκαθίσταται στις νότιες περιοχές της Ρωσίας.
Το προσφυγικό ποντιακό ρεύμα προς την Ελλάδα θα ξεκινήσει τον Νοέμβριο του 1922 και θα συνεχιστεί σε όλη τη διάρκεια του 1923, ενώ το 1924 ο χριστιανικός πληθυσμός του Πόντου θα περιληφθεί στην ελληνοτουρκική σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών. Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των Ποντίων που αποβιβάστηκαν στην Ελλάδα δεν είναι ακριβείς, καθώς περισσότεροι από 1.200.000 μικρασιάτες πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην ελληνική επικράτεια κατά τη δεκαετία του '20.
Οι ποντιακές κοινότητες υπολογίζουν τον αριθμό των ξεριζωμένων σε 400.000 περίπου ψυχές, με το προσφυγικό ποντιακό κύμα να βρίσκει νέο σπίτι στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά και στους νομούς Δράμας, Κιλκίς, Καβάλας, Ξάνθης, Κοζάνης, Πρέβεζας κ.ά., μπολιάζοντας τον τοπικό πληθυσμό με τον πολιτισμό και το πνεύμα που έφεραν στις αποσκευές τους.
Ο ποντιακός θρήνος
Οι Πόντιοι θρήνησαν γοερά την ελληνική στρατιωτική ήττα στη Μικρά Ασία αλλά και το τέλος του ποντιακού ελληνισμού. Ο παρακάτω θρήνος γράφτηκε και τραγουδήθηκε από τους Ποντίους της Πάφρας του Δυτικού Πόντου (αναφέρεται από τον ιστορικό Βλάση Αγτζίδη):
Κοίταξε τις πέτρες της Άγκυρας
βλέπε και τα δακρυσμένα μου μάτια.
Μείναμε σκλάβοι των Τούρκων,
για δες της μοίρας τα γραμμένα.
Οι λόφοι της Άγκυρας είναι μονοκόμματοι
Η Ελλάδα κάηκε, κατακάηκε.
Να τυφλωθείς καταραμένε ’γγλε,
στην Ελλάδα δεν απόμεινε ελπίδα.
Ο στρατός που πήγε για την ’γκυρα,
έμεινε εκεί πεσκέσι στους Τούρκους.
Όσοι μας βοήθαγαν έκαναν πίσω
και τους Έλληνες τους παρέσυρε το κύμα.
Το 1915 είναι το ορόσημο για τους Έλληνες του Πόντου: εφαρμόζεται εκτεταμένα το πλάνο εξόντωσης των Ποντίων, με τα ευρωπαϊκά κράτη απασχολημένα στις εχθροπραξίες του Α' Παγκοσμίου. Ταυτόχρονα σχεδόν, αρχίζει να συντελείται και η Γενοκτονία των Αρμενίων, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο για το ειδεχθές νεοτουρκικό πλάνο.
Την ώρα που συνεχίζονται οι εθνοκαθάρσεις, το 1916 χτυπιέται η Σαμψούντα, με τον ελληνικό πληθυσμό να υποφέρει φρικιαστικά δεινά. Μόνο η Τραπεζούντα γλιτώνει την καταστροφή γιατί είναι πλέον κάτω από ρωσικό ζυγό. Όταν μάλιστα ο ρωσικός στρατός εγκατέλειψε την πόλη το 1918, ο μισός τουλάχιστον ελληνικός πληθυσμός ακολούθησε τα στρατεύματα στην οπισθοχώρησή τους, εξαιτίας της τουρκικής απειλής που καραδοκούσε.
Με το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, ο ποντιακός ελληνισμός θεώρησε πως τα δεινά του είχαν πάρει τέλος, αφού θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην ελληνική επικράτεια. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε ωστόσο, καθώς δεν ήταν σε θέση να προστατεύσει τις απομακρυσμένες ποντιακές περιοχές από την τουρκική εισβολή, και οι Πόντιοι προχωρούν στο περίφημο Ποντοαρμενικό Κράτος, με την ήττα ωστόσο του αρμενικού στρατού στο Ερζερούμ από τον Μουσταφά Κεμάλ να αφήνει τον ποντιακό ελληνισμό στο έλεος των Νεότουρκων.
Το 1919 αρχίζει η δεύτερη φάση της γενοκτονίας, με νέους -ακόμα πιο σφοδρούς- διωγμούς από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο βίαιους και απάνθρωπους από τους προηγούμενους. Στις 19 Μαΐου 1919 έρχεται η καθοριστική στιγμή για την τύχη του ποντιακού ελληνισμού, με την απόβαση του Κεμάλ στη Σαμψούντα και κατόπιν την εισβολή στην Τραπεζούντα: οι μαζικές εκτελέσεις, ο ξεριζωμός και το κλίμα τρομοκρατίας αναγκάζουν τον πληθυσμό να εγκαταλείψει τις εστίες του. Όσοι επιβιώνουν, καταφεύγουν στα βουνά, με τις κακουχίες και τις στερήσεις σε βασικά αγαθά να μετατρέπουν την έξοδο σε πορεία θανάτου. Όσοι γλιτώνουν και από αυτή τη δοκιμασία, διαπιστώνουν ότι έχουν οδηγηθεί σε ενέδρα, με τις αγχόνες να είναι ήδη στημένες και να τους περιμένουν.
Παρόλα αυτά, η ποντιακή περηφάνια δεν έσκυψε το κεφάλι: οργανώνεται σε αντάρτικο στα βουνά, με τα μέλη της ποντιακής αντίστασης να φτάνουν στις 12.000 περίπου το 1921, σύμφωνα με τον έγκριτο ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο. Οι άτακτοι αυτοί μαχητές, σφυρηλατημένοι στις κακουχίες και την ανέχεια, θα επιφέρουν μια σειρά από δυνατά χτυπήματα στον οργανωμένο κεμαλικό στρατό και θα καταφέρουν να περισώσουν αμάχους από τα λυσσασμένα δόντια του διώκτη.
Παρά την αντίσταση των πατριωτών Ποντίων, μέχρι το καλοκαίρι του 1922 ο Κεμάλ, έχοντας εκκαθαρίσει τα δευτερεύοντα μέτωπα στη Μικρά Ασία (Μικρασιατική Καταστροφή), προχωρά σχεδόν ανενόχλητος στη σταδιακή εξόντωση του ποντιακού ελληνισμού. Πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά λεηλατήθηκαν και κάηκαν, οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν, ατιμάστηκαν και εξορίστηκαν, με όσους γλίτωσαν από το τουρκικό μένος να καταφεύγουν στα απομακρυσμένα βουνά για να σωθούν.
Το τέλος του ποντιακού ελληνισμού είχε έρθει. Το ζοφερό πλάνο των τούρκων εθνικιστών πέτυχε τον αποτρόπαιο σκοπό του: με τη γενοκτονία του πληθυσμού, τους εκτοπισμούς, τις λεηλασίες και τις πυρπολήσεις, κατάφεραν την πολυπόθητη αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών. Η βίαιη εξαφάνιση των Ελλήνων από τα προγονικά εδάφη πληρώθηκε με 353.000 ψυχές την περίοδο 1916-1923.
Ο Κεμάλ Ατατούρκ, στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση της 13ης Αυγούστου 1923, πληροφορεί περιχαρής την ομήγυρη: «Επιτέλους, ξεριζώσαμε τους Έλληνες από τον Πόντο» (αναφέρεται από τον συνταγματάρχη Μουζέν, που παρακολούθησε τις εργασίες της εθνοσυνέλευσης, σε επιστολή του προς το γαλλικό Γενικό Επιτελείο Στρατού)...
Ξεριζωμός
Η τελευταία πράξη του ποντιακού δράματος διαδραματίζεται τον Οκτώβριο του 1922: ο Ατατούρκ συμφωνεί να μεταφερθούν οι Έλληνες του Πόντου με τουρκικά καράβια στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί με ελληνικά πλοία στην ελληνική επικράτεια.
Οι Πόντιοι θα αναγκαστούν λοιπόν να αναζητήσουν νέες πατρίδες, με το κύριο σώμα του ελληνισμού του Ευξείνου να καταφεύγει στη μητέρα Ελλάδα, αλλά και μια μερίδα να εγκαθίσταται στις νότιες περιοχές της Ρωσίας.
Το προσφυγικό ποντιακό ρεύμα προς την Ελλάδα θα ξεκινήσει τον Νοέμβριο του 1922 και θα συνεχιστεί σε όλη τη διάρκεια του 1923, ενώ το 1924 ο χριστιανικός πληθυσμός του Πόντου θα περιληφθεί στην ελληνοτουρκική σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών. Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των Ποντίων που αποβιβάστηκαν στην Ελλάδα δεν είναι ακριβείς, καθώς περισσότεροι από 1.200.000 μικρασιάτες πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην ελληνική επικράτεια κατά τη δεκαετία του '20.
Οι ποντιακές κοινότητες υπολογίζουν τον αριθμό των ξεριζωμένων σε 400.000 περίπου ψυχές, με το προσφυγικό ποντιακό κύμα να βρίσκει νέο σπίτι στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά και στους νομούς Δράμας, Κιλκίς, Καβάλας, Ξάνθης, Κοζάνης, Πρέβεζας κ.ά., μπολιάζοντας τον τοπικό πληθυσμό με τον πολιτισμό και το πνεύμα που έφεραν στις αποσκευές τους.
Ο ποντιακός θρήνος
Οι Πόντιοι θρήνησαν γοερά την ελληνική στρατιωτική ήττα στη Μικρά Ασία αλλά και το τέλος του ποντιακού ελληνισμού. Ο παρακάτω θρήνος γράφτηκε και τραγουδήθηκε από τους Ποντίους της Πάφρας του Δυτικού Πόντου (αναφέρεται από τον ιστορικό Βλάση Αγτζίδη):
Κοίταξε τις πέτρες της Άγκυρας
βλέπε και τα δακρυσμένα μου μάτια.
Μείναμε σκλάβοι των Τούρκων,
για δες της μοίρας τα γραμμένα.
Οι λόφοι της Άγκυρας είναι μονοκόμματοι
Η Ελλάδα κάηκε, κατακάηκε.
Να τυφλωθείς καταραμένε ’γγλε,
στην Ελλάδα δεν απόμεινε ελπίδα.
Ο στρατός που πήγε για την ’γκυρα,
έμεινε εκεί πεσκέσι στους Τούρκους.
Όσοι μας βοήθαγαν έκαναν πίσω
και τους Έλληνες τους παρέσυρε το κύμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου